ἀνηγόρευσε

ἀνηγόρευσε
ἀναγορεύω
proclaim publicly
aor ind act 3rd sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κατασιωπώ — (AM κατασιωπῶ, άω) 1. σωπαίνω τελείως, κλείνω το στόμα μου («μήτ ἀληθῆ μήτε δίκαια τῶν ἐγκλημάτων οὐ κατασιωπᾱν», Δημοσθ.) 2. αποσιωπώ κάποιο γεγονός, παραβλέπω («κατασιωπᾱν τὸ γεγονός», Διόδ.) αρχ. 1. καταδικάζω σε σιωπή 2. κάνω κάποιον να… …   Dictionary of Greek

  • σωτήρας — Όνομα τεσσάρων οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (63 κάτ., υψόμ. 330), στην επαρχία Θάσου του νομού Καβάλας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (10 τ.χλμ., 401 κάτ.), στην οποία ανήκει και άλλος ένας μικρότερος οικισμός, η Σκάλα Σωτήρα (338 κάτ.,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”